DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Electronics containing Ac | all forms | exact matches only
EnglishGreek
AC busτροφοδοτικός αγωγός εναλλασσόμενου ρεύματος
AC busμπάρα εναλλασσόμενου
AC gas discharge displayοπτική ένδειξη εκκένωσης αερίων εναλλασσομένου ρεύματος
AC generationγεννήτρια εναλλασσόμενου ρεύματος
AC generation systemπαραγωγή εναλλασσόμενου ρεύματος
AC generation systemγεννήτρια εναλλασσόμενου ρεύματος
AC generatorεναλλάκτης
AC generatorεναλλακτήρας
AC generatorγεννήτρια εναλασσομένου ρεύματος
AC Josephson effectφαινόμενο Josephson εναλλασσόμενου ρεύματος
ac line filterφίλτρο γραμμής AC
AC linearityγραμμικότητα AC
AC networkδίκτυο εναλλασσομένου ρεύματος
AC noise marginΠεριθώριο θορύβου
AC powerισχύς εναλλασσομένου ρεύματος
AC powerισχύς E.P.
AC signalingσηματοδοσία εναλλασσόμενου ρεύματος
AC signallingσηματοδοσία εναλλασσόμενου ρεύματος
AC standby powerεφεδρική ισχύς εναλλασσομένου ρεύματος
AC standby power busζυγός διανομής εφεδρικής ισχύος εναλλασσομένου ρεύματος
AC supplyτροφοδότηση με εναλλασσόμενο
AC voltageεναλλασσόμενη τάση
auxiliary AC powerβοηθητική τροφοδότηση με εναλλασσόμενο ρεύμα
direct AC converterάμεσος μετατροπέας εναλλασσόμενου ρεύματος
direct AC convertorάμεσος μετατροπέας εναλλασσόμενου ρεύματος
electronic AC converterμετατροπέας εναλλασσόμενου ρεύματος
electronic AC convertorμετατροπέας εναλλασσόμενου ρεύματος
electronic AC power controllerηλεκτρονικός ελεγκτής ισχύος εναλλασσόμενου ρεύματος
electronic AC power switchηλεκτρονικός διακόπτης εναλλασσόμενου ρεύματος
electronic AC voltage converterμετατροπέας τάσης εναλλασσόμενου ρεύματος
electronic AC voltage convertorμετατροπέας τάσης εναλλασσόμενου ρεύματος
electronic power AC conversionμετατροπή εναλλασσόμενου ρεύματος
indirect AC converterέμμεσος μετατροπέας εναλλασσόμενου ρεύματος
indirect AC convertorέμμεσος μετατροπέας εναλλασσόμενου ρεύματος
unrectified ACαρύθμιστο εναλλασσόμενο ρεύμα