DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Marketing containing AN | all forms | exact matches only
EnglishGreek
Action programme in the field of transport infrastructure with a view to the completion of an integrated transport market in 1992Πρόγραμμα δράσης στον τομέα των έργων υποδομής ενόψει της πραγματοποίησης της ολοκληρωμένης αγοράς των μεταφορών του 1992
to adjust the profits of an enterpriseδιορθώνω τα κέρδη μιας επιχείρησης
an Audit Board consisting of auditorsμία Eπιτροπή Eλέγχου,που αποτελείται από ελεγκτές
an increase in the volume of trade within the limits of existing requirementsαύξηση του όγκου των συναλλαγών εντός των ορίων των υφισταμένων αναγκών
balance of an accountυπόλοιπο λογαριασμού
to breed a new type from an existing strainεξαλλαγή παλαιού τύπου με επιλογή
to cancel an orderακυρώνω μια παραγγελία
cancellation of an entryακύρωση εγγραφής
cancellation of an orderακύρωση εντολής
closing an accountκλείσιμο ενός λογαριασμού
closing of an accountκλείσιμο ενός λογαριασμού
to have an unfavourable balanceπαρουσιάζω έλλειμμα
to have an unfavourable balanceέχω έλλειμμα
item in an accountάρθρο λογαριασμού
items to be booked to an asset accountαξίες προς κεφαλοποίηση
to keep an accountτηρώ λογαριασμό
movement in an accountκίνηση λογαριασμού
period within which an order must be carried outπροθεσμία για την εκτέλεση μιας παραγγελίας
principal of an export creditαρχικό κεφάλαιο μιας εξαγωγικής πίστωσης
reconstitution of an accountεπανόρθωση λογαριασμού
reconstitution of an accountαποκατάσταση λογαριασμού
rendering an accountλογοδοσία διαχείρησης
repayment of an export creditαποπληρωμή εξαγωγικής πίστωσης
reversal of an entryακύρωση εγγραφής
striking the balance on an accountεκκαθάριση λογαριασμού