DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Communications containing AC | all forms | exact matches only
EnglishGreek
AC callκλήση με τροφοδοσία AC
AC callκλήση με τροφοδοσία εναλλασσόμενου ρεύματος
AC callκλήση με εναλλασσορευματική τροφοδοσία
AC componentσυνιστώσα AC
AC/DC receiverδέκτης με τροφοδοσία ac/dc
ac-dc ringingκωδωνισμός ε.ρ-σ.ρ