English | Greek |
A-B-A remail | αναταχυδρόµηση A-B-A |
A-B-C remail | αναταχυδρόµηση A-B-Γ |
a customs duty shall be charged at the flat rate of 10 % ad valorem | εφαρμóζεται κατ'αποκοπή δασμóς 10% κατ'αξíαν |
a customs union which shall cover all trade in goods | τελωνειακή ένωση που εκτείνεται στο σύνολο των εμπορευματικών συναλλαγών |
A/D line | γραμμή ανόδου/πτώσης |
a duty reducing by 30 per cent the difference between | δασμός,που μειώνει κατά 30% τη διαφορά μεταξύ... |
a Member State which applies exchange controls | Kράτος μέλος που εφαρμόζει ελέγχους συναλλάγματος |
a person who will also stand as guarantor for the principal | πρόσωπο που καθίσταται ομοίως εγγυητής του κυρίως υποχρέου |
A-share | τίτλοι μετοχικού κεφαλαίου |
A-share | κοινή μετοχή |
a single customs territory | ενιαίο τελωνειακό έδαφος |
a special section for the expenditure of each institution | ειδικό τμήμα για τα έξοδα κάθε οργάνου |
a system of minimum prices | εφαρμόζω σε αντικατάσταση των ποσοστώσεων,ένα σύστημα ελάχιστων τιμών |
to abolish or amend a quota | κατάργηση ή τροποποίηση ποσόστωσης |
to abolish quota restrictions on a product | καταργώ την ποσόστωση προïόντος |
abolition or amendment of a quota | κατάργηση ή τροποποίηση ποσόστωσης |
to abrogate a derogation | καταργώ μια παρέκκλιση |
access to a facility | πρόσβαση σε χρηματοδοτική διευκόλυνση |
activity as a self-employed person | ανεξάρτητη επαγγελματική δραστηριότητα |
actual expenditure during a financial year | πραγματικές δαπάνες κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους |
actual revenue of a financial year | πραγματικά έσοδα μιας χρήσεως |
to add further products to this List to a value not exceeding 2 per cent | προσθέτει και άλλα προ2bόντα στον πίνακα αυτόν μέχρι ποσοστού 2% |
adoption of the ecu as a single currency | καθιέρωση του Ecu ως ενιαίου νομίσματος |
advance liquidation of a debtor balance | πρόωρη ρευστοποίηση χρεωστικού υπολοίπου |
advance of a guarantee | προκαταβολή εγγύησης |
Agreement between the Kingdom of Norway and the European Community on a Norwegian Financial Mechanism for the period 2004-2009 | Συμφωνία μεταξύ του Βασιλείου της Νορβηγίας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για τον νορβηγικό χρηματοδοτικό μηχανισμό για την περίοδο 2004-2009 |
Agreement establishing a Financial Support Fund of the Organisation for Economic Cooperation and Development | Συμφωνία "περί συστάσεως Ταμείου Οικονομικής Ενισχύσεως του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως" |
Agreement in the form of an Exchange of Letters between the European Community and the Russian Federation establishing a double-checking system without quantitative limits in respect of the export of certain steel products from the Russian Federation to the European Community | Συμφωνία υπό μορφήν ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ρωσικής Ομοσπονδίας για την καθιέρωση συστήματος διπλού ελέγχου χωρίς ποσοτικά όρια όσον αφορά την εξαγωγή ορισμένων προϊόντων σιδήρου και χάλυβα, από τη Ρωσική Ομοσπονδία προς την Ευρωπαϊκή Κοινότητα |
agreement on a unilateral basis | συμφωνία που έχει συναφθεί αυτόνομα |
aid having a social character | ενισχύσεις κοινωνικού χαρακτήρος |
to allow to a credit | χορηγώ πιστώσεις |
amortisation of a mortgage | τοκοχρεολυτική αποπληρωμή ενυπόθηκου δανείου |
amortization of a mortgage | τοκοχρεολυτική αποπληρωμή ενυπόθηκου δανείου |
amount used as a legal reference | ποσό που από νομική άποψη αποτελεί μέγεθος αναφοράς |
application for a licence | αίτηση για έκδοση πιστοποιητικού |
application for a loan | χορήγηση πιστώσεων |
application for a loan | ζήτηση πιστώσεων |
area affected by a poor surface and ground water balance | ζώνη στην οποία επικρατούν κακές υδρογεωλογικές συνθήκες |
to arrange a credit | ανοίγω πίστωση |
arranging a bonus issue | έκδοση νέων μετοχών άνευ πληρωμής |
arranging a bonus issue | έκδοση δωρεάν μετοχών |
to assess a levy | επιβάλλω εισφορά |
assurance of a first-class rating | υπογραφή άριστης ποιότητας |
assurance of a first-class rating | ασφάλεια λόγω υψηλότατης αξιοπιστίας |
assurance of a first-class rating | ασφάλεια λόγω του υψηλού επιπέδου κατάταξης |
at a discount | υπό το άρτιο |
at a discount | κάτω από το άρτιο |
at a premium | υπέρ το άρτιο |
at a reduced rate of duty | μειωμένου δασμού |
auctioning a new bond offering | δημοπράτηση νέων εκδόσεων ομολόγων |
authorisation of a credit institution | άδεια λειτουργίας χρηματοπιστωτικών οργανισμών |
to authorise a credit | χορηγώ πιστώσεις |
average of the exchange rates for all working days in a year | μέσος όρος των τιμών συναλλάγματος όλων των εργάσιμων ημερών του έτους 1 |
back a loan | τριτεγγυώμαι δάνειο |
basic quantity of a Member State | βασική ποσότητα κράτους μέλους |
to be empowered to act as a representative | έχω πληρεξουσιότητα |
to be subjected to a customs check | υποβάλλομαι σε τελωνειακό έλεγχο |
bond carrying a warrant | ομολογία με δικαίωμα επιλογής |
bond carrying a warrant | ομολογία με δικαιώματαwarrant |
bond carrying a warrant | πιστοποιητικό εκδιδόμενο συγχρόνως με τα χρεόγραφα,το οποίο αναγνωρίζει στον κομιστή χρεογράφου το προνόμιο να αγοράσει χρεόγραφα υπό ορισμένους όρους |
bond issued as part of a series | ομολογία εκδιδόμενη εν σειρά |
bond redeemed at a premium | ομολογία με βραβείο εξοφλήσεως |
bond redeemed at a premium | λαχειοφόρος ομολογία |
bond with a subscription warrant | ομολογία με δελτίο προεγγραφής |
book to a line in the budget | καταλογίζω σε γραμμή του προϋπολογισμού |
borrowing on a pass-through basis | δανεισμός με άμεση επανεκχώρηση |
breakout of a pattern | έξοδος από γραφικό σχηματισμό |
building up of a body of personal savings | προσωπική αποταμίευση |
buy a call | δικαίωμα αγοράς |
to buy for a rise | κερδοσκοπώ αναμένοντας άνοδο τιμών |
buying-in price multiplied by a conversion factor | τιμή αγοράς που πολλαπλασιάζεται με το συντελεστή προσαρμογής |
buying-in price multiplied by a conversion factor | τιμή αγοράς που πολλαπλασιάζεται με το συντελεστή μετατροπής |
calculation of own funds on a consolidated basis | υπολογισμός των ιδίων κεφαλαίων σε ενοποιημένη βάση |
call a guarantee | θέτω σε κίνδυνο μια εγγύηση |
capital movements of a personal nature | κινήσεις κεφαλαίων προσωπικού χαρακτήρος |
to carry out a targeted inquiry | διεξάγω έρευνα προς συγκεκριμένη κατεύθυνση |
CCC Committee on a Harmonised Commodity Description and Coding System | Επιτροπή του Εναρμονισμένου Συστήματος |
central government budget as a % of GDP | προϋπολογισμός κεντρικής διοίκησης ως ποσοστό % |
certificate of a land charge | τίτλος εγγείου προσόδου |
certificate representing a security | πιστοποιητικότίτλου-BTB |
to certify a copy | θεωρώ αντίτυπο |
to charge an item of expenditure to a specific budget heading | καταλογίζω δαπάνη σε συγκεκριμένο κονδύλιο του προϋπολογισμού |
charging as a payment | καταλογισμός πληρωμής |
charging of a membership fee | εισφορά που καταβάλλει ο κάτοχος κάρτας |
charging to a specific heading | καταλογισμός σε συγκεκριμένο κονδύλιο |
claim evidenced by a certificate | απαίτηση για την οποία υπάρχει παραστατικός τίτλος |
classification in a tariff | δασμολογική κατάταξη |
clipping of a coupon | αποκοπή κουπονίου |
to close a position | ρευστοποίηση μιας θέσης |
to close a position | κλείσιμο μιας θέσης |
close of accounts for a financial year | υποβολή των λογαριασμών του οικονομικού έτους |
closing a position | κλείσιμο θέσης |
closing a position | ισοσκέλιση θέσης |
commission on a bought deal | προμήθεια της δεσμευτικής αναλήψεως |
commission on a loan | προμήθεια για δάνειο |
Committee on a Charging System for the Use of Transport Infrastructures | επιτροπή τιμολόγησης της χρησιμοποίησης των έργων υποδομής στον τομέα των μεταφορών |
completion of a credit transfer | ολοκλήρωση μεταφοράς πίστωσης |
composition of a panel | σύσταση ειδικής ομάδας |
compulsory deposits in a blocked account with the Central Bank | υποχρεωτικές καταθέσεις σε δεσμευμένο λογαριασμό της κεντρικής τράπεζας |
compulsory provision of a security | υποχρεωτική σύσταση εγγύησης |
to conclude a loan agreement | συνάπτω συμφωνία δανείων |
to conclude a swap at par | συνάπτω συμφωνία "swap" στην ονομαστική τιμή |
to conclude a swap at par | συνάπτω πράξη "swap" στο άρτιο; συνάπτω συμφωνία "swap" στην ονομαστική τιμή |
to conclude a swap at par | συνάπτω πράξη "swap" στο άρτιο |
to confer the origin upon a product | προσδίδω την καταγωγή σ'ένα προïόν |
to consolidate a list | παγιοποιώ ένα πίνακα |
consolidation of a firm | ανάγκη εξυγίανσης της επιχείρησης |
continuous access to a quota | συνεχής πρόσβαση στην ποσόστωση |
to contract a loan | συνάπτω δάνειο |
contract negotiated at a distance | σύμβαση συναπτόμενη από απόσταση |
contract negotiated at a distance | σύμβαση διαπραγματευόμενη από απόσταση |
Convention establishing a Customs Cooperation Council | Σύμβαση για τη σύσταση Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας |
Convention establishing a Customs Co-operation Council | Σύμβαση περί συστάσεως Συμβουλίου Tελωνειακής Συνεργασίας |
Convention on a Code of Conduct for Liner Conferences | συνέδριο εκπόνησης κώδικα συμπεριφοράς στις διασκέψεις για πλοία τακτικών γραμμών |
Convention on a Common Transit Procedure | Σύμβαση περί κοινού καθεστώτος διαμετακόμισης |
Convention on a common transit procedure | Σύμβαση περί του καθεστώτος κοινής διαμετακόμισης |
Convention Providing a Uniform Law for Bills of Exchange and Promissory Notes | Σύμβαση "περί ενιαίου νόμου επί των συναλλαγματικών και γραμματίων εις διαταγήν" |
Convention Providing a Uniform Law for Cheques | Σύμβαση "περί ενιαίου νόμου περί επιταγής" |
conversion from a restricted to a full-service institution | γενικοποίηση υπηρεσιών |
conversion of a deposit into a fine | μετατροπή μιας κατάθεσης σε πρόστιμο |
to convert the assets in the currency of a third country | μετατρέπει σε συνάλλαγμα τρίτων χωρών τα στοιχεία ενεργητικού |
Council Directive 92/30/EEC on the supervision of credit institutions on a consolidated basis | Οδηγία 92/30/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ενοποιημένη βάση |
counter-value in a dual display | αναγραφόμενο ισόποσο |
country which is a beneficiary under the GSP | χώρα δικαιούχος του ΣΓΠ |
country which is a beneficiary under the GSP | δικαιούχος χώρα του ΣΓΠ |
covered rate-wise by a short position in a futures contract | κάλυψη επιτοκίων με μια θέση short με σύμβαση επί προθεσμία |
credit institution with a limited range of operations | πιστωτικός οργανισμός με περιορισμένο πεδίο δραστηριοτήτων |
crossing of a third country | διέλευση από τρίτη χώρα |
current value of a currency | τρέχουσα τιμή ενός νομίσματος |
customs debt incurred in a free zone | γένεση τελωνειακής οφειλής στο πλαίσιο ελεύθερων ζωνών |
customs duty of a fiscal nature | δασμοί ταμιευτικού χαρακτήρα |
customs inspection of a ship | υποψία τελωνειακή επίσκεψη πλοίων |
date of announcement of a monetary measure | ημερομηνία αναγγελίας νομισματικού μέτρου |
deal in investments as a principal | ασχολία με τις επενδύσεις ως εντολέας |
debenture with a warrant | ομολογία με δικαιώματα |
debt instrument with a coupon | χρεωστικός τίτλος με απόδοση τοκομεριδίου |
debt issued by a general government body | χρέος της κεντρικής κυβέρνησης |
declaration containing a tariff heading | δήλωση περί δασμολογικής κλάσεως |
degree of liquidity of a financial asset | βαθμός ρευστότητας χρηματοπιστωτικής απαίτησης |
to develop the design sketch into a final design | εξέλιξη του προσχεδίου σε τελικό σχέδιο |
Directive establishing a framework for the recovery and resolution of credit institutions and investment firms | Οδηγία για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων |
discontinuance of the listing of a security | διαγραφή κινητής αξίας |
distribution of a dividend | διανομή μερισμάτων |
distribution of a dividend | διανομή και καταβολή μερίσματος |
distribution of a dividend | απόδοση και καταβολή μερίσματος |
document establishing a debt | πράξη η οποία δημιουργεί απαίτηση |
document establishing a debt | πράξη δημιουργούσα απαίτηση |
domicile of a bill | τόπος πληρωμής γραμματίου ή επιταγής |
downgrade a rating | υποβάθμιση |
to draw a share | ανάληψη μεριδίου |
duration of a loan | διάρκεια δανείου |
"duty as a cost" rule | κανόνας του "εξομοιούμενου προς δαπάνη δασμού" |
dynamics of a document | δυναμική εγγράφου |
dynamics of a document | δυναμική |
to effect a payment | πραγματοποιώ πληρωμή |
effective expected exposure at a specific date | πραγματικό αναμενόμενο άνοιγμα σε δεδομένη ημερομηνία |
EIB lending to a third country | δάνειο της ΕΤΕπ προς τρίτη χώρα |
endorsement of a note | οπισθογράφηση γραμματίου |
to engage in contango operations as a taker-in | ασχολούμαι με προθεσμιακές συναλλαγές ως πωλητής |
to ensure the recovery of a charge | εξασφαλίζω την κάλυψη είσπραξης |
to enter an advance in a suspense account | εγγράφω προκαταβολή σε προσωρινό λογαριασμό |
to enter into a commitment | πραγματοποιώ ανάληψη υποχρεώσεων |
to enter the revenue of a financial year in the accounts for the financial year | λαμβάνω υπόψη τα έσοδα ενός οικονομικού έτους για αυτό το οικονομικό έτος |
entry into a free zone | είσοδος σε ελεύθερη ζώνη |
equity traded on a regulated market | μετοχή διακινούμενη σε αγορά υποκείμενη σε διοικητικούς περιορισμούς |
to establish a grid of bilateral exchange rates | θέτω πλέγμα διμερών συναλλαγματικών ισοτιμιών |
to establish that all revenue has been received and all expenditure incurred in a lawful and proper manner | διαπιστώνω τη νομιμότητα και την κανονικότητα των εσόδων και των δαπανών |
establishment of a panel | σύσταση ειδικής ομάδας |
EU as a global player | η ΕΕ ως παγκόσμιος παράγων |
examine whether all revenue has been received and all expenditure incurred in a lawful and regular manner | το Ελεγκτικό Συνέδριο εξετάζει τη νομιμότητα και την κανονικότητα των εσόδων και δαπανών |
exchange on a one-to-one basis | ανταλλαγή ενός προς ένα |
exchange on a one-to-one basis | ανταλλαγή ενός έναντι ενός |
to exempt from the requirement to furnish a guarantee | απαλλάσσω από την υποχρέωση παροχής εγγύησης |
exercise of a preemptive right | άσκηση του δικαιώματος προτιμήσεως |
exiguity of a market | πενιχρότητα μιας αγοράς |
expenditure booked to the accounts for a financial year | δαπάνες που καταλογίζονται στους λογαριασμούς ενός οικονομικού έτους |
expenditure of a financial year | δαπάνες οικονομικού έτους |
explanatory notes as a guide to the application of the Definition | επεξηγηματικές σημειώσεις για την εφαρμογή του Oρισμού |
exporting Member State with a depreciated currency | εξάγον κράτος μέλος με υποτιμημένο νόμισμα |
to extend a credit | χορηγώ πιστώσεις |
to extend the effect of a heading | διευρύνω τα όρια κλάσης |
extracts, essences or concentrates of coffee, tea or maté and preparations with a basis of those extracts, essences or concentrates | εκχυλίσματα ή συμπυκνωμένα αποστάγματα καφέ, τσαγιού ή ματέ και παρασκευάσματα με βάση τα εκχυλίσματα ή τα αποστάγματα αυτά |
failure to comply with a condition | μη τήρηση ενός όρου |
failure to fulfil a condition | μη τήρηση ενός όρου |
financial intermediary operating on a non-profit-making basis | μη κερδοσκοπικός χρηματοοικονομικός ενδιάμεσος Οργανισμός |
financial intermediary operating on a non-profit-making basis | μη κερδοσκοπικός ενδιάμεσος χρηματοδοτικός φορέας |
fixing of a maximum sale price | καθορισμός μέγιστης τιμής διάθεσης |
float a loan | εκδίδω δάνειο |
floating-rate leg of a swap | σκέλος "κυμαινόμενο επιτόκιο" μιας ανταλλαγής |
to follow a prescriptive approach | ακολουθώ περιοριστική προσέγγιση |
form of a loan | τύπος δανείου |
form of a loan | μορφή δανείου |
give a discharge in respect of the implementation of the budget | απαλλάσσω ως προς την εκτέλεση του προϋπολογισμού |
to give a discharge to the Commission in respect of the implementation of the budget | δίνω απαλλαγή στην Επιτροπή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού |
to give a true and fair view | παρουσιάζω πιστή εικόνα |
giving a security | κατάθεση εγγύησης |
goods and equipment of a non-capital nature | μη κεφαλαιουχικά αγαθά και εξοπλισμός |
goods of a non-commercial character sent in small consignments | εμπορεύματα υπό μορφή μικροδεμάτων μη εμπορικού χαρακτήρος |
goods originally imported from a Member State | προïόντα που έχουν αρχικά εισαχθεί από ένα κράτος μέλος |
goods released for free circulation at a reduced or zero rate of import duty on account of their end-use | εμπόρευμα που έχει τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία με μειωμένο ή μηδενικό εισαγωγικό δασμό λόγω του προορισμού του για ειδικούς σκοπούς |
government budgetary position without a deficit which is excessive | δημοσιονομική κατάσταση χωρίς υπερβολικό δημοσιονομικό έλλειμα |
to grant tariff quotas at a reduced rate of duty or duty free | παρέχει δασμολογικές ποσοστώσεις μειωμένου δασμού ή ατελώς |
granting of a loan | χορήγηση δανείου |
granting of a reduced or zero rate of import duty | έγκριση μειωμένου ή μηδενικού εισαγωγικού δασμού |
guarantee of a single operation | εγγύηση μιας μόνο πράξης |
to have a bill protested | διαμαρτυρώ συναλλαγματική |
to have the character of a revenue-producing monopoly | έχουν χαρακτήρα δημοσιονομικού μονοπωλίου |
holder of a bill of exchange | κάτοχος συναλλαγματικής |
importing Member State with a depreciated currency | εισάγον κράτος μέλος με υποτιμημένο νόμισμα |
to impose a levy | επιβάλλω εισφορές |
in the absence of a decision to reject it, the proposed modification shall stand as accepted | ελλείψει απορριπτικής αποφάσεως,η πρόταση τροπολογίας γίνεται δεκτή |
to incur a deficit | πραγματοποιώ έλλειμμα |
information certificate to facilitate the issue of a movement certificate | δελτίο πληροφοριών για την απόκτηση πιστοποιητικού κυκλοφορίας |
initiation of a review | έναρξη της επανεξέτασης |
instruction to a custodian | εντολή σε θεματοφύλακα |
instrument equivalent to a financial-futures contract | τίτλος ισοδύναμος του τίτλου προθεσμιακής χρηματοπιστωτικής συμβάσεως |
interest payable on a loan | χρεωστικό επιτόκιο |
interest rate on a bank discount basis | προεξοφλητικό επιτόκιο |
interpenetration agreement on a bilateral basis | συμφωνίες σε διμερή βάση για αλληλοδιείσδυση |
to invalidate a declaration | ακυρώνω μία διασάφηση |
irreversible transformation of a key | μη αναστρέψιμη μετατροπή κλείδας |
issue a loan | εκδίδω δάνειο |
to issue a payment order | έκδοση εντάλματος πληρωμής |
to issue a receipt | έκδοση απόδειξης |
to issue a recovery order | έκδοση εντάλματος εισπράξεως |
joint control of a joint venture | κοινός έλεγχος μιας κοινής επιχείρησης |
to keep a situation under review | παρακολουθώ την κατάσταση |
lending under a mandate | υπό εντολή δανειοδότηση |
limit on expenditure over a five-year period | πενταετές κονδύλιο |
to liquidate a position | κλείσιμο μιας θέσης |
to liquidate a position | ρευστοποίηση μιας θέσης |
liquidity of a market | ρευστότητα της αγοράς |
listing of a security | διαπραγμάτευση κινητής αξίας |
loan backed by a Community guarantee | δάνειο καλυπτόμενο με κοινοτική εγγύηση |
loan on a trust basis | δάνειο για λογαριασμό τρίτων |
loan secured by a pledge | πίστωση επ'ενεχύρω κινητών αγαθών |
loan secured by a pledge | πίστωση επ'ενεχύρω |
loan secured by a pledge | πίστωση έναντι ενεχυρίασης κινητών αξιών |
loan with a fixed maturity | δάνειο με καθορισμένη διάρκεια |
location of a flux transition | τόπος μεταβολής ροής |
lodging of a deposit | κατάθεση εγγύησης |
lodging of a summary declaration | κατάθεση συνοπτικής διασάφησης |
lodging of a tendering security | σύσταση της εγγύησης συμμετοχής |
make a book | συνομολόγηση στοιχήματος με συγκεκριμένο λόγο απόδοσης |
make a market | εξασφαλίζω την ύπαρξη τιμών αγοράς και πώλησης ορισμένων τίτλων |
make a market | κύριος αγορών και πωλήσεων |
management on a discriminatory, client-by-client basis | διαχείριση υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας και ανά πελάτη |
management system which is carried out by a subcontractor | σύστημα διαχείρησης με υπεργολαβία |
matching revenue against expenditure for a given financial year | ισοσκελισμός ενεργητικού και παθητικού ενός ισολογισμού |
means of communication at a distance | τεχνική επικοινωνίας από απόσταση |
Member State with a derogation | κράτος μέλος με παρέκκλιση |
Member States shall introduce a duty on each product | τα Kράτη μέλη θέτουν σε ισχύ δασμό για κάθε προ2bόν |
membership of a regulated market | ιδιότητα μέλους της οργανωμένης αγοράς |
Method of Evaluating Measures of a Structural Nature | μέθοδος αξιολόγησης ενεργειών διαρθρωτικής φύσεως |
Method of Evaluating Measures of a Structural Nature | Πρόγραμμα MEANS |
minor importations of a non-commercial nature | μικροεισαγωγές χωρίς κανένα εμπορικό χαρακτήρα |
mobilization of a claim | κινητοποίηση απαίτησης |
mobilization of a claim | κινητοποίηση |
mobilization of a claim | ρευστοποίηση απαίτησης |
mortgage on a ship | υποθήκη πλοίου |
moulds of a type used for metal other than ingot moulds | πλαίσια χυτηρίου και μήτρες γενικά των τύπων που χρησιμοποιούνται για τα μέταλλα άλλες από τις μήτρες χελωνών |
multilateral netting scheme without a central counterparty | σύστημα πολυμερούς συμψηφισμού χωρίς κεντρικό αντισυμβαλλόμενο |
necessary condition for the adoption of a single currency | αναγκαία προϋπόθεση για την υιοθέτηση ενιαίου νομίσματος |
net liability vis-a-vis non residents | καθαρές υποχρεώσεις έναντι μη εγκατεστημένων |
non-compliance with a condition | μη τήρηση ενός όρου |
non-opposition to a notified concentration | μη διατύπωση αντιρρήσεων σε μια κοινοποιηθείσα συγκέντρωση |
North-South:A Program for Survival Brandt Comm.Report | Bορράς-Nότος:Πρόγραμμα Eπιβίωσης |
North-South:a programme for survival | Bορράς-Nότος:Πρόγραμμα Eπιβίωσης |
not to offer a sufficient guarantee of objectivity | δεν παρέχω επαρκείς εγγυήσεις αντικειμενικότητας |
not to require production of a document during the customs formalities | δεν απαιτώ την προσκόμιση εγγράφου κατά τη διεξαγωγή των τελωνειακών διατυπώσεων |
notice of initiation of a review | ανακοίνωση για την έναρξη επανεξέτασης |
objection to a payment | αντίρρηση σε πληρωμή |
to obtain a loan | λαμβάνω δάνειο |
official recognition of the principle of a negative reserve | επισημοποίηση του αρνητικού αποθεματικού |
on a trust basis | με παρακαταθήκη ως ασφάλεια |
on a trust basis | με βάση συμφωνία εμπίστου διαχείρισης |
onlending of a loan to a final recipient | επανεκχώρηση δανείου σε τελικό δικαιούχο |
open invitations to tender, confined to a specific geographical area | προκήρυξη ανοικτού διαγωνισμού, που πραγματοποιείται σε γεωγραφικά καθορισμένη περιοχή |
opening a tendering procedure | κίνηση της διαδικασίας διαγωνισμού |
opening and providing for the administration of a tariff quota | άνοιγμα και τρόπος διαχείρισης δασμολογικής ποσοστώσεως |
opening of a current account credit facility | άνοιγμα πίστωσης σε αλληλόχρεο λογαριασμό |
operating on a non-profit-making basis | χωρίς να επιδιώκει κέρδος |
operation and management of a loan | εκτέλεση και διαχείριση δανείου |
optional provision of a security | προαιρετική σύσταση εγγύησης |
organiser of a sale by public auction | διοργανωτής δημοπρασίας |
overstepping of a total | υπέρβαση ποσού |
owner of a small business | βιοτέχνης |
parent credit institution in a Member State | μητρικό πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο σε κράτος μέλος |
parent financial holding company in a Member State | μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος μέλος |
parent investment firm in a Member State | μητρική επιχείρηση επενδύσεων εγκατεστημένη σε κράτος μέλος |
parity of the currency of a Member State in relation to the unit of account | ισοτιμíα του νομíσματος ενóς κράτους μέλους έναντι της λογιστικής μονάδας |
part-financing of a national aid scheme | συγχρηματοδότηση εθνικού καθεστώτος ενισχύσεων |
particular destination of a product | ιδιαίτερος προορισμός προïόντος |
parties to a bill | οι συμμετέχοντες σε συναλλαγματική |
party to a contract | δικαιούχος εκ συμβάσεως |
to pass a dividend | παραγράφω μέρισμα |
payment of a coupon | πληρωμή μερισματογράφων |
payment of a dividend | διανομή και καταβολή μερίσματος |
payment of a dividend | απόδοση και καταβολή μερίσματος |
payment of a dividend | διανομή μερισμάτων |
to peg a currency to | προσδένω ένα νόμισμα σε |
period of use of a datum used for an atomic action | περίοδος χρήσης μιας καταγραμμένης ατομικής ενέργειας |
period of use of a datum used for an atomic action | περίοδος χρήσης |
person liable for payment of a customs debt | άτομο που υποχρεούται να καταβάλει τελωνειακή οφειλή |
to place a loan | τοποθετώ δάνειο |
place margin with a clearing or non clearing member | καταθέτω περιθώριο εγγύησης σε μέλος ή μη μέλος συστήματος συμψηφισμού |
placing on a stock exchange | θέση σε κυκλοφορία από το χρηματιστήριο |
placing on a stock exchange | διάθεση από το χρηματιστήριο |
position of a currency in the fluctuation band | θέση ενός νομίσματος στη ζώνη διακύμανσης |
position risk on a debt instrument | κίνδυνος θέσης επί του χρεωστικού τίτλου |
price factor of a deliverable bond | συντελεστής τιμής παραδοτέου ομολόγου |
price fixed at a standard rate in advance | προκαθορισμένη κατ'αποκοπή τιμή |
price value of a basis point | αξία σημείου βάσης |
price value of a basis point | αξία ενός 01 σε δολάρια |
principal of an organiser of a sale by public auction | εντολέας διοργανωτή δημοπρασίας |
Priority information action "The euro, a currency for Europe" | Δράση ενημέρωσης με προτεραιότητα "Το ευρώ, ένα νόμισμα για την Ευρώπη" |
proceeds of a loan | προïόν δανείου |
proceeds of a loan | προϊόν ενός δανείου |
profit in a subsequent year | κέρδη σε επόμενη φορολογική χρήση |
Programme of Action on the Establishment of a New International Economic Order | πρόγραμμα δράσης για την εγκαθίδρυση μιας νέας διεθνούς οικονομικής τάξης |
Programme to set up a common market in information services | Πρόγραμμα δράσης για τη δημιουργία μιας αγοράς των υπηρεσιών πληροφόρησης |
Programme to set up a common market in information services | πρόγραμμα για τη δημιουργία κοινής αγοράς στον τομέα των υπηρεσιών πληροφοριών |
Programme to set up a common market in information services | Δράσεις στον τομέα της πολιτικής της αγοράς πληροφοριών |
Proposal for a Directive of the European Parliament and of the Council amending Directives 2003/71/EC and 2009/138/EC in respect of the powers of the European Insurance and Occupational Pensions Authority and the European Securities and Markets Authority | Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών |
proposal for a transfer | πρόταση μεταφοράς |
protective elements contained in customs duties of a fiscal nature | προστατευτικά στοιχεία τα οποία περιέχονται στους δασμούς ταμιευτικού χαρακτήρα |
to protest a bill of exchange | διαμαρτύρηση |
Protocol amending, as regards the creation of a customs files identification database, the Convention on the use of information technology for customs purposes | Πρωτόκολλο το οποίο τροποποιεί τη σύμβαση σχετικά με τη χρήση της πληροφορικής στον τελωνειακό τομέα, όσον αφορά τη δημιουργία αρχείου φακέλων τελωνειακών ερευνών |
provision of a security | σύσταση εγγύησης |
provision of an investment service on a professional basis | παροχή επενδυτικών υπηρεσιών στα πλαίσια του επαγγέλματος |
to raise a loan | συνάπτω δάνειο |
recapitalization of a bank | αναδιάρθρωση των κεφαλαίων μιας τράπεζας |
to receipt a consignment note | εξοφλώ φορτωτική |
to receive a loan | λαμβάνω δάνειο |
recourse to a remote party | προσφυγή κατά απομακρυσμένης σειράς τριτοφειλέτου |
to recover a debt | εισπράττω απαίτηση |
to recover a sum due | εισπράττω απαίτηση |
redispatch a consignment | επαναποστολή παρτίδας |
reduction from a basic price | μείωση επί της τιμής βάσεως |
reduction of customs duties as a whole | μείωση του συνόλου των δασμών |
to release a security | αποδεσμεύω μία εγγύηση |
to remove a tax | καταργώ φόρο |
repatriation of the proceeds of a liquidation | επαναπατρισμός του προϊόντος ρευστοποίησης |
request for a carryover | αίτηση μεταφοράς |
request for a purchase | αίτηση για αγορά |
request for the authorization of a subsidiary | αίτηση άδειας λειτουργίας θυγατρικής εταιρείας |
reroute a consignment | επαναποστολή παρτίδας |
resale at a loss | μεταπώληση σε τιμή κάτω του κόστους |
restrictions on import of an economic or of a fiscal nature | περιορισμοί εισαγωγών οικονομικής και ταμιευτικής φύσης |
to retain a guarantee | παρακρατώ εγγύηση |
revenue earmarked for a specific purpose | έσοδα αντιστοιχούντα σε συγκεκριμένο προορισμό |
revenue has been received and expenditure incurred in a lawful and proper manner | νομιμότητα και κανονικότητα των εσόδων και των δαπανών |
reversal of a loan | αντιστροφή δανείου |
revision of a decision | τροποποίηση απόφασης |
revocation of a provisional authorization | ανάκληση άδειας |
right to participate in the distribution of a dividend | δικαίωμα συμμετοχής στη διανομή μερίσματος |
rights conferred by a warrant | δικαιώματα που παρέχονται από warrants |
rights conferred by a warrant | δικαιώματα που δημιουργούνται από τις εγγυήσεις |
risk weight for a securitisation position | στάθμιση κινδύνου τιτλοποίησης |
to roll a position | κύληση θέσης |
to roll forward a position | κύληση θέσης προς τα εμπρός |
rounding when undertaking a conversion operation | στρογγυλοποίηση κατά τη διενέργεια πράξης μετατροπής |
run a totalizator | συνομολόγηση στοιχήματος με βάση την αρχή του αμοιβαίου στοιχήματος |
run on a currency | έντονες κερδοσκοπικές κινήσεις σε βάρος ενός νομίσματος |
sale at a known price | πώληση της οποίας η τιμή είναι γνωστή |
sale on a "named patient"-basis | πώληση σε "ονομαστική" βάση |
section of a tariff | κεφάλαιο τιμολογίου |
securities dealt in on a stock exchange | τίτλοι που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο χρηματιστήριο |
securities dealt with on a stock exchange | τίτλοι που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο χρηματιστήριο |
securities issued by a State or by its regional or local authorities | κινητές αξίες που εκδίδονται από το κράτος και από τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοíκησης |
securities of a participating nature | τίτλοι συμμετοχής; συμμετοχικοί τίτλοι |
security of a subsidiary | τίτλος θυγατρικής |
security representing a right of property | τίτλος που αντιπροσωπεύει δικαίωμα ιδιοκτησίας |
security traded on a regulated market | τίτλος διαπραγματεύσιμος σε αγορά που υπόκειται στις ισχύουσες ρυθμίσεις |
security which carries a preemptive right | τίτλος που συνοδεύεται από το δικαίωμα αναλήψεως μετοχής |
sell a put | πουλάω ένα δικαίωμα πώλησης της μετοχής |
sell a put | δικαίωμα πώλησης της μετοχής |
to sell for a fall | κερδοσκοπώ αναμένοντας πτώση τιμών |
seller's liability for any shortage of a security shipment | ευθύνη του πωλητή για οποιαδήποτε ελλειπή αποστολή τίτλων |
semi-public triple A issuer | εκδότης ομολογιών πρώτης κατηγορίας |
serial number of a form | αριθμός σειράς ενός εντύπου |
share issued for a consideration other than cash | μετοχή έναντι εισφοράς σε είδος |
share issued for a consideration other than cash | μετοχή αμοιβής |
share issued for a consideration other than cash | μετοχή σε αντάλλαγμα εισφοράς |
shoe designed to be worn over a plaster cast | υπόδημα προοριζόμενο να φοριέται πάνω από γύψινο επίδεσμο |
to sign a payment order | υπογράφω ένταλμα πληρωμής |
simplification of a document | απλοποίηση εγγράφου |
simplification of a document | απλοποίηση |
simplification of a document | απλοποίηση τεκμηρίου |
simulation of a stress scenario | προσομοίωση ακραίων καταστάσεων |
size of a round lot | μονάδα διαπραγμάτευσης |
small consignment of a non-commercial character | μικροδέματα μη εμπορικού χαρακτήρα |
smooth edge with a groove | στεφάνη λεία με περιφερειακή αυλάκωση |
to speculate for a fall | κερδοσκοπώ αναμένοντας πτώση τιμών |
to speculate for a rise | κερδοσκοπώ αναμένοντας άνοδο τιμών |
stage in a transaction | θυρίδα περιορισμένων συναλλαγών |
stage in a transaction | θυρίδα μερικών συναλλαγών |
to stamp a copy | θεωρώ αντίτυπο |
State monopoly of a commercial character | κρατικό μονοπώλιο εμπορικού χαρακτήρα |
striking a balance between two railways | διμερής εκκαθάριση |
sub-consolidated supervision of a credit institution subsidiary | εποπτεία σε μερικώς ενοποιημένη βάση θυγατρικού πιστωτικού ιδρύματος |
to submit a supplementary estimate | καταθέτει συμπληρωματική κατάσταση προβλεπομένων εξόδων |
subscription on a preemptive basis | προσφορά προτιμησιακής αναλήψεως |
subscription warrant at a revisable price | τίτλος προεγγραφής με δυνατότητα αναθεώρησης τιμής |
supervision of credit institutions on a consolidated basis | εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ενοποιημένη βάση |
supervision on a consolidated basis | εποπτεία σε ενοποιημένη βάση |
suspension of a payment | αναστολή πληρωμής |
suspension of the listing of a security | αναστολή διαπραγματεύσεως μιας κινητής αξίας |
to take a collateral held abroad | δέχομαι εγγύηση που τηρείται στο εξωτερικό |
take a long or short position in a currency, etc. | αναλαμβάνω θέση long ή short σε ένα νόμισμα, κλπ.; αναλαμβάνω ανοδική ή πτωτική θέση |
to take on a large position in a financial instrument, etc. | αναλαμβάνω σε μεγάλες ποσότητες χρηματοοικονομικό μέσο, κλπ. |
take up the issue on a bought-deal basis | αναλαμβάνω δεσμευτικά την έκδοση |
tariff dismantling period laid down for a product | περίοδος δασμολογικού αφοπλισμού που προβλέπεται για ένα προïόν |
tax burden for a family with dependent children | φορολόγηση οικογενειών με συντηρούμενα τέκνα |
termination od a par value | τερματισμός μιας ισοτιμίας |
terms of a loan | όροι δανείου |
territory of a Member State | έδαφος κράτους μέλους |
the certificate of origin and application for such a certificate | το πιστοποιητικό καταγωγής και η σχετική αίτηση |
the Community shall be based upon a customs union | η Kοινότης βασίζεται επί τελωνειακής ενώσεως |
the Council may reject or accept a proposed modification | το Συμβούλιο δύναται να απορρίψει ή να δεχτεί μια πρόταση τροπολογίας |
the goods are placed under a customs procedure | υπαγωγή των εμπορευμάτων σε ένα τελωνειακó καθεστώς |
the goods reentered under a customs procedure | υπαγωγή των εμπορευμάτων σε ένα τελωνειακó καθεστώς |
the inclusion of goods under a particular heading or subheading | η υπαγωγή εμπορευμάτων σε συγκεκριμένη κλάση ή διάκριση |
the issue of a licence shall be conditional on the lodging of a deposit | η έκδοση του πιστοποιητικού εξαρτάται από την παροχή ασφάλειας |
the issue of a receipt by the office of destination | η απόδειξη παραλαβής εκδίδεται από το τελωνείο προορισμού |
the rates of the anti-dumping duty, expressed as a percentage of the price net, free-at-Community-frontier, before duty | τα ποσοστά του δασμού αντιντάμπινγκ, εκφρασμένα ως ποσοστά της καθαρής τιμής "ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας" πριν από την επιβολή δασμού |
the reduction of customs duties as a whole as referred to in Article l4 | η μείωση του συνόλου των δασμών που αναφέρονται στό άρθρο 14 |
the revenue and expenditure ... shall be budgeted for in a special account | τα έσοδα και τα έξοδα...προβλέπονται σε ειδική κατάσταση |
the revenue and expenditure shall be budgeted for in a special account | τα έσοδα και τα έξοδα προβλέπονται σε ειδική κατάσταση |
time-limit for assignment to a customs-approved treatment or use | προθεσμία για τον προσδιορισμό τελωνειακού προορισμού |
time-weighted net contribution of a member | χρονικά σταθμισμένη μη καθαρή συνεισφορά ενός μέλους |
time-weighted net contribution of a member | χρονοσταθμική καθαρή συνεισφορά ενός μέλους |
total amount of a loan in principal and interest | συνολικό ποσό του συναπτομένου δανείου σε αρχικό κεφάλαιο και τόκους |
tranche of a loan | τμήμα δανείου |
tranche of a loan | δόση δανείου |
transfer of a claim | μεταφορά πίστωσης |
transferee of a licence | εκδοχέας πιστοποιητικού |
transit charge payable under a private contract | τέλος διελεύσεως προβλεπόμενο σε σύμβαση μεταξύ ιδιωτών |
Treaty amending Certain Budgetary Provisions of the Treaties establishing the European Communities and of the Treaty establishing a Single Council and a Single Commission of the European Communities | Συνθήκη περί τροποποιήσεως ορισμένων διατάξεων περί προϋπολογισμού των συνθηκών περί ιδρύσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της συνθήκης περί ιδρύσεως ενιαίου Συμβουλίου και ενιαίας Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων |
triple A rating | Τρία 'Αλφα |
under a single article | σε ένα μόνο άρθρο |
undertaking governed by the law of a third country | επιχείρηση διεπόμενη από το δίκαιο τρίτης χώρας |
unemployed person setting up a business | "δημιουργικός άνεργος" |
unit issued by a collective investment undertaking | μερίδια που εκδίδονται από οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων |
to unwind a position in a financial instrument | κλείσιμο μιας θέσης |
to unwind a position in a financial instrument | ρευστοποίηση μιας θέσης |
value of a company's shares | αξία μεριδίων |
value of a unit | τιμή ενός μεριδίου |
verification of a declaration | έλεγχος δήλωσης |
vertical restraint for a limited duration | κάθετος περιορισμός για περιορισμένο χρονικό διάστημα |
warrant at a revisable price | τίτλος προεγγραφής με δυνατότητα αναθεώρησης τιμής |
weighting of a national central bank in the key | στάθμιση που δίδεται σε μια εθνική κεντρική τράπεζα στην κλείδα κατανομής |
where the foreign lender is a financial institution | όταν ο αλλοδαπός δανειστής είναι χρηματοδοτικός οργανισμός |
whether of an economic or of a fiscal nature | περιορισμοί εξαγωγών οικονομικής και ταμιευτικής φύσης |
with a trust deed | με βάση συμφωνία εμπίστου διαχείρισης |
with a trust deed | με παρακαταθήκη ως ασφάλεια |
with respect to items on which the tariff contains a conventional duty | στις κλάσεις όπου το δασμολόγιο περιλαμβάνει συμβατικό δασμό |
within a specified time limit | εντός συγκεκριμένης προθεσμίας |
write a put | πουλάω ένα δικαίωμα πώλησης της μετοχής |
write a put | δικαίωμα πώλησης της μετοχής |
writing off a credit | παραίτηση από απαίτηση |
zone A central bank | κεντρική τράπεζα της ζώνης Α |
Zone A credit institution | πιστωτικά ιδρύματα της ζώνης Α |
zone A credit institutions | πιστωτικά ιδρύματα της Ζώνης Α |
ínvitation to tender for a limited period | διαγωνισμός περιορισμένης διάρκειας |