DictionaryForumContacts

Morphology analysis
απελευθερωνω (6) | Verb
1 απελευθερωνω
2 εαπελευθερωνα
3 απελευθερωνε
4 απελευθερωνεις
5 εαπελευθερωνες
6 απελευθερωνε
7 απελευθερωνει
8 εαπελευθερωνε
9 απελευθερωνε
10 απελευθερωνουμε
11 απελευθερωναμε
12 απελευθερωνεtε
13 απελευθερωνεtε
14 απελευθερωναtε
15 απελευθερωνεtε
16 απελευθερωνουν
17 εαπελευθερωναν
18 εtεαπελευθερωνω
19 εαπελευθερωνα
20 απελευθερωνεις
21 εαπελευθερωνες
22 απελευθερωνε
23 απελευθερωνει
24 εαπελευθερωνε
25 απελευθερωνε
26 απελευθερωνουμε
27 απελευθερωναμε
28 απελευθερωνtε
29 απελευθερωνεtε
30 απελευθερωναtε
31 απελευθερωνtε
32 απελευθερωνουν
33 εαπελευθερωναν
34 tεαπελευθερωνει
35 απελευθερωνει
36 απελευθερωνει
37 απελευθερωνει
38 απελευθερωνει
39 απελευθερωνει
40 απελευθερωνει
41 απελευθερωνει
42 απελευθερωνει
43 απελευθερωνει
44 απελευθερωνει
45 απελευθερωνει