DictionaryForumContacts

Morphology analysis
αναστρεφω (24) | Verb
1 αναστρεφω
2 εαναστρεφα
3 αναστρεφε
4 αναστρεφεις
5 εαναστρεφες
6 αναστρεφε
7 αναστρεφει
8 εαναστρεφε
9 αναστρεφε
10 αναστρεφουμε
11 αναστρεφαμε
12 αναστρεφεtε
13 αναστρεφεtε
14 αναστρεφαtε
15 αναστρεφεtε
16 αναστρεφουν
17 εαναστρεφαν
18 εtεαναστρεφω
19 εαναστρεφα
20 αναστρεφεις
21 εαναστρεφες
22 αναστρεφε
23 αναστρεφει
24 εαναστρεφε
25 αναστρεφε
26 αναστρεφουμε
27 αναστρεφαμε
28 αναστρεφtε
29 αναστρεφεtε
30 αναστρεφαtε
31 αναστρεφtε
32 αναστρεφουν
33 εαναστρεφαν
34 tεαναστρεφει
35 αναστρεφει
36 αναστρεφει
37 αναστρεφει
38 αναστρεφει
39 αναστρεφει
40 αναστρεφει
41 αναστρεφει
42 αναστρεφει
43 αναστρεφει
44 αναστρεφει
45 αναστρεφει