DictionaryForumContacts

Morphology analysis
ολοκληρωνω (3) | Verb
1 ολοκληρωνω
2 εολοκληρωνα
3 ολοκληρωνε
4 ολοκληρωνεις
5 εολοκληρωνες
6 ολοκληρωνε
7 ολοκληρωνει
8 εολοκληρωνε
9 ολοκληρωνε
10 ολοκληρωνουμε
11 ολοκληρωναμε
12 ολοκληρωνεtε
13 ολοκληρωνεtε
14 ολοκληρωναtε
15 ολοκληρωνεtε
16 ολοκληρωνουν
17 εολοκληρωναν
18 εtεολοκληρωνω
19 εολοκληρωνα
20 ολοκληρωνεις
21 εολοκληρωνες
22 ολοκληρωνε
23 ολοκληρωνει
24 εολοκληρωνε
25 ολοκληρωνε
26 ολοκληρωνουμε
27 ολοκληρωναμε
28 ολοκληρωνtε
29 ολοκληρωνεtε
30 ολοκληρωναtε
31 ολοκληρωνtε
32 ολοκληρωνουν
33 εολοκληρωναν
34 tεολοκληρωνει
35 ολοκληρωνει
36 ολοκληρωνει
37 ολοκληρωνει
38 ολοκληρωνει
39 ολοκληρωνει
40 ολοκληρωνει
41 ολοκληρωνει
42 ολοκληρωνει
43 ολοκληρωνει
44 ολοκληρωνει
45 ολοκληρωνει