Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
French
⇄
Greek
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
Z
À
>>
Terms for subject
Mechanic engineering
(21115 entries)
accouplement électrique
ηλεκτρική σύζευξη
accouplement fixé
άκαμπτος συζεύκτης
accouplement homocinétique
ομοκινητικός σύνδεσμος
accouplement hydraulique
υδραυλικό όργανο σύζευξης
accouplement hydraulique
υδραυλικός σύνδεσμος
accouplement isolant
μονωμένη σύνδεση
accouplement limiteur de couple
αποσυμπλέκτης ασφάλειας με κωνική επιφάνεια τριβής
accouplement permanent
μόνιμος συζεύκτης
accouplement rigide
άκαμπτος συζεύκτης
accouplement rigide
σταθερή σύμπλεξη
accouplement rigide
στερεή σύμπλεξη
accouplement semi-rigide
ελαστικό όργανο σύζευξης
accouplement semi-rigide
ελαστικός σύνδεσμος
accouplement semi-rigide
ελαστική σύμπλεξη
accouplement souple
ελαστικός σύνδεσμος
accouplement souple
ελαστικό όργανο σύζευξης
accouplement synchrone
σύγχρονη σύζευξη
accrochage
επίτευξη συγχρονισμού
accrocher
αγκιστρώνω
accu d'électro-pompe
συσσωρευτής ηλεκτρικής αντλίας
Get short URL