Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
French
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X Y
Z
À
Á Â Æ Ç É È Ê Ë Î Ì Í Ï Ñ Ó Ò Ô Œ Û Ü Ú Ù Ÿ
>>
Terms for subject
Coal
(1978 entries)
agglomération des poudres
συσσωμάτωση των σκονών
agglomération sans liant
πλινθοποίηση χωρίς συνδετική ύλη
aggloméré
μπρικέτα
aggloméré
πλίνθος άνθρακα
aggloméré de houille
συσσωματωμένο είδος από λιθάνθρακα
aggloméré de lignite
συσσωματωμένο είδος λιγνίτη
aggloméré de tourbe
συσσωματωμένο είδος τύρφης
agglomérer par frittage
συντήκω
alabastrite
αλαβαστρίτης
alabastrite
γυψώδης αλάβαστρος
albâtre calcaire
ασβεστούχος αλάβαστρος
albâtre gypseux
γυψώδης αλάβαστρος
albâtre gypseux
αλαβαστρίτης
allègement au gaz
gas lift
allègement au gaz
παραγωγή με εισπíεση αερíου
alliage de métaux précieux
κράμα πολύτιμων μετάλλων
alliage métallique
μεταλλικό κράμα
allumage
πυροδότηση θρυαλλίδος
allumage electrique
ηλεκτρική πυροδότηση
allumer
πυροδοτώ
Get short URL