DictionaryForumContacts

   French Greek
B C DF G H I JL M N O P Q R S T U V W X Y Z À Á Â Æ Ç É È Ê Ë Î Ì Í Ï Ñ Ó Ò Ô Œ Û Ü Ú Ù Ÿ   >>
Terms for subject Patents (791 entries)
... lorsque la décision est définitive ... ... όταν η απόφαση καταστεί οριστική ...
à défaut d'une telle preuve αν δεν αποδειχθούν (τα παραπάνω) αν δεν υπάρξει σχετική απόδειξη
à défaut du paiement de la taxe αν δεν καταβληθεί το τέλος
abandonner une demande εγκαταλείπω αίτηση
abrégé περίληψη
accès aux dossiers δημοσιότητα
accompagné de pièces justificatives συνοδευόμενος από αποδεικτικά στοιχεία
accomplissement des formalités εκπλήρωση διατυπώσεων
accord d'acquisition de brevet συμφωνία απόκτησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας
accord de licence συμφωνία παραχώρησης άδειας
Accord de Londres Συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου 65 της σύμβασης για το ΕυρωπαϊκόΔίπλωμα Ευρεσιτεχνίας
Accord pour la sauvegarde mutuelle du secret des inventions intéressant la défense et ayant fait l'objet de demandes de brevets Συμφωνία "περί της αμοιβαίας διαφυλάξεως του απορρήτου των εφευρέσεων των αφορωσών εις την άμυναν και αίτινες έχουν αποτελέσει αντικείμενον αιτήσεων διπλώματος ευρεσιτεχνίας"
Accord sur l'application de l'article 65 CBE Συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου 65 της σύμβασης για το ΕυρωπαϊκόΔίπλωμα Ευρεσιτεχνίας
Accord sur l'application de l'article 65 de la Convention sur la délivrance de brevets européens Συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου 65 της σύμβασης για το ΕυρωπαϊκόΔίπλωμα Ευρεσιτεχνίας
accords collectifs étendus διευρυμένες συλλογικές συμφωνίες ; επέκταση των συλλογικών συμφωνιών
accords de licence de savoir-faire συμφωνίες που αφορούν την άδεια εκμετάλλευσης τεχνογνωσίας
acquérir des droits sur la marque αποκτώ δικαιώματα επί του σήματος
acquérir la qualité de partie à la procédure αποκτώ την ιδιότητα του διάδικου στη διαδικασία
acquisition des droits d'auteur εκκαθάριση δικαιωμάτων δημιουργού
acquittement des droits d'auteur εκκαθάριση δικαιωμάτων δημιουργού