DictionaryForumContacts

   French Greek
B C D F G H I J L M N O P Q R S T U V Z À É   >>
Terms for subject Insurance (2769 entries)
Accord sectoriel sur les crédits à l'exportation pour les aéronefs civils Επιμέρους Συμφωνία σχετικά με τις εξαγωγικές πιστώσεις για τα αεροσκάφη πολιτικής αεροπορίας
Accord sectoriel sur les crédits à l'exportation pour les centrales nucléaires Τομεακή συμφωνία για τις εξαγωγικές πιστώσεις όσον αφορά τους πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας
accord Waterborne συμφωνία για αντικείμενα μεταφερόμενα διά θαλάσσης
accorder une pension χορηγώ μια σύνταξη
accorder une prestation χορηγώ μια παροχή
accords commun de l'assurance corps κοινή επιτροπή για θέματα του κλάδου των πλοίων
acheteur ο αποκτών
acheteur παραλήπτης
acheteur public αγοραστής του δημόσιου τομέα; αγοραστής ο οποίος είναι δημόσιος φορέας
acquéreur παραλήπτης
acquéreur αγοραστής
acquéreur ο αποκτών
acquisition d'un droit à des prestations κτήση δικαιώματος παροχών
acquitter des cotisations καταβάλλω εισφορές
acte de fondation ιδρυτική πράξις
actes de 1958/67 concernant les compagnies d'assurance νόμοι του 1958/67 περί ασφαλιστικών εταιριών
actif ενεργητικό
actifs réalisables στοιχεία του ενεργητικού ρευστοποιήσιμα
action sociale des caisses d'allocations familiales κοινωνικά μέτρα των Ταμείων οικογενειακών επιδομάτων
action sociale des caisses d'allocations familiales κοινωνική δράση Ταμείων οικογενειακών επιδομάτων