Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
French
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ Ω Ϊ
>>
Terms for subject
Business
(591 entries)
αγροτικό εισόδημα
revenu agricole
άδεια χρήσης σήματος
licence
αδιανέμητα κέρδη
bénéfices non distribués
αθέτηση ή απειλή αθέτησης ανειλημμένων υποχρεώσεων
insolvabilité effective ou potentielle
ακίνητες αξίες
valeurs immobilières
ακυρωσία δικαιοπραξίας
caractère annulable
(d'un acte juridique)
άλλα στοιχεία ενεργητικού
autres éléments d'actif
άλλες αξίες
autres valeurs
αλλοδαπή συνδεόμενη επιχείρηση
filiale étrangère
αμετάβλητη δυναμικότητα
capacité ferme
αμελητέας σημασίας
d'un intérêt négligeable
αμυντικό σήμα
marque défensive
ανταγωνιστικές δυναμικότητες
capacités en concurrence
ανταγωνιστική βιομηχανία
industrie compétitive
αντικείμενο της πτωχευτικής περιουσίας;
(περιουσιακό)
στοιχείο της πτωχευτικής περιουσίας
bien appartenant à la masse
αντικείμενο της πτωχευτικής περιουσίας;
(περιουσιακό)
στοιχείο της πτωχευτικής περιουσίας
bien entrant dans la masse
αντισυμβαλλόμενος; ασφαλισμένος
preneur d'assurance
αναγγέλλω απαίτηση με την σειρά η οποία της αρμόζει
produire une créance avec le rang qui lui revient
αναγνωρίσιμα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού
éléments identifiables d'actifs et de passifs
αναγράφοντας χωριστά; με χωριστή μνεία
avec indication séparée
Get short URL