Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
German
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω Ϊ
>>
Terms for subject
International trade
(374 entries)
απλή κατανεμημένη πλειοψηφία
Abstimmung mit beiderseitiger einfacher Mehrheit
αποπαγιοποίηση
Dekonsolidierung
Απόφαση για την εφαρμογή και την επανεξέταση Μνημονίου Συμφωνίας για τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση διαφορών
Beschluss zur Anwendung und Überprüfung der Vereinbarung über Regeln und Verfahren zur Beilegung von Streitigkeiten
Απόφαση για τις διαπραγματεύσεις σχετικά με την κυκλοφορία των φυσικών προσώπων
Beschluss zu Verhandlungen über den grenzüberschreitenden Verkehr natürlicher Personen
Απόφαση σχετικά με ορισμένες διαδικασίες επίλυσης διαφορών για τη Γενική Συμφωνία για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών
Beschluss zu bestimmten Streitbeilegungsverfahren für das Allgemeine Übereinkommen über den Handel mit Dienstleistungen
αρχικό διαπραγματευτικό δικαίωμα
ursprüngliches Verhandlungsrecht, Erstverhandlungsrecht
Αφρικανικό Συμβούλιο Αραχίδων
Afrikanischer Erdnussrat
άφρυκτος καφές
nicht gerösteter Kaffee
άφρυκτος καφές
ungebrannter Kaffee
βαμβάκι ακατέργαστο
Rohbaumwolle
βασική χωρητικότητα κατά την εξαγωγή
Grundausfuhrmengen
βασική ψήφος
Basisstimme
βασική ψήφος
Grundstimme
βασικό προϊόν
Primärgut
βασικό προϊόν
Rohstoff
βελτίωση της διατροφής
Verbesserung des Ernährungsstandards
βιολογικοί πόροι; ζώντες πόροι; ζωντανοί πόροι
biologische Schätze
βιολογικοί πόροι; ζώντες πόροι; ζωντανοί πόροι
lebende Naturschätze
βιολογικοί πόροι; ζώντες πόροι; ζωντανοί πόροι
lebende Ressourcen
βιολογικοί πόροι; ζώντες πόροι; ζωντανοί πόροι
lebende Schätze
Get short URL