Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Dutch
Α Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
>>
Terms for subject
Employment
(185 entries)
αποδοχές
arbeidsinkomen
απόλυση
ontslag wegens boventalligheid
απουσία μισθωτού για λόγους υγείας
ziekteverzuim
ασφάλεια της απασχόλησης
werkzekerheid
ασφάλιση κατά της ανεργίας
werkloosheidsverzekering
ασφάλιση κατά ανεργίας
werkloosheidsverzekering
αυτοαπασχολούμενος
zelfstandig
γραφείο διαμεσολάβησης για προσωρινή απασχόληση
uitzendbureau
δεύτερος μηχανικός
tweede werktuigkundige
δημιουργία θέσεων εργασίας
werkgelegenheidsverruiming
δημιουργία πλαισίου επαναπασχόλησης
begeleiding bij herplaatsing
δημόσιος υπάλληλος
burgerpersoneel
δημόσιος υπάλληλος
rijksambtenaar
διαδικτυακή πύλη EURES
Europees portaal voor beroepsmobiliteit
διαδικτυακή πύλη EURES
Eures-portaal
διαθεσιμότητα
tijdelijke werkloosheid
διαπροσωπικά προσόντα
sociale vaardigheden
δικαίωμα σε υπαλλήλους να αγοράσουν μετοχές του εργοδότη σε προκαθορισμένη τιμή
aandelenoptieregeling
διοικητικό στέλεχος
bestuurder
ΔΣΕ 110: Για τις συνθήκες απασχόλησης των εργαζομένων στις φυτείες
Verdrag betreffende arbeidsvoorwaarden voor plantagearbeiders
Get short URL