Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Polish
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
>>
Terms for subject
Agriculture
(1108 entries)
το ατομικό εισόδημα των εργαζομένων στη γεωργία
indywidualny dochód osób pracujących w rolnictwie
τομάτα με ραβδώσεις
podmidor żebrowany
τοματάκι Μεξικού
pomidor wiśniowy
τομέας των γαλακτοκομικών προϊόντων
sektor mleczarski
τομέας των γαλακτοκομικών προϊόντων
przemysł mleczarski
τοπικός οίνος
wino regionalne
τοποθέτηση ετικέτας
etykietowanie
τοποθετώ αλεώριο
pława
τοποθετώ υφαλοδείκτη
pława
τουρσιά
pikle
τριφλοξυστροβίνη
trifloksystrobina
τριφλουραλίν
trifluralina
τριφύλλι
koniczyna
τρυγική σταθεροποίηση
winowa stabilizacja
τρυγικό οξύ
kwas winowy
τσιμινιέρα
κν.
komin
τσουγκράνα συλλέκτης-συσσωρευτής λίθων
zbieracz kamieni
τυρίνη
kazeina
αβάκα
manila
αβάκα
abaka
Get short URL