Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö Ü ß
>>
Terms for subject
Industry
(22709 entries)
abbindender Kaseinleim
σκληρυνόμενη κόλλα καζεϊνης
Abbindezeit
χρόνος πήξεως
abblendendes Glas
αντιθαμβωτικό γυαλί
Abbrandanflug
λευκή απόθεση στην επιφάνεια κεραμικού παρατηρούμενη κατά το ψήσιμο
Abbrechen
απόσπαση αποκόμματος από τα φυσητά
abbrechen
κερματίζω
Abbrechen
Kοματιάζω γυαλί
Abbrechen
Tεμαχίζω γυαλί
Abbrecher
σπάστης
Abbrecherstand
πάτωμα χάραξης κοπής
Abbrechrahmen
Πλαίσιο σπασίματος γυαλιού
Abbrennen
θερμική κοπή
Abbrennmaschine
μηχανή καψαλίσματος
Abdecken mit Decklack
προστατευτική επίχριση
Abdeckfolie
προστατευτικό επίχρισμα
Abdeckgewölbe
καθρέπτης κλιβάνου
Abdeckplane
προστατευτικό κάλυμμα
Abdeckplane für die Visierhaube
κάλυμμα προστασίας σκοπευτικού
Abdeckplane für Triebwerk
κάλυμμα προστασίας κινητήρα
Abdeckplatte
πλάκα επιστρώσεως
Get short URL