DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I K L M N O P Q R S T V W Z Ü   >>
Terms for subject Commerce (1520 entries)
Abnehmerprüfstelle ελεγκτικός φορέας χρήστη
Absatzgebiet αγορά
Absatzveranstaltung ζωοπανήγυρις
abschließende ablehnende Entscheidung αρνητική τελική απόφαση
Absender φορτωτής
Absicherung δίχτυ ασφαλείας
Absicherung όριο ασφαλείας
Abstand τίμημα χρήσης
Abstandsgeld τίμημα χρήσης
Abstandssumme τίμημα χρήσης
Abteilungsleiter επιμελητής πωλήσεων
Abzahlungskauf αγορά με δόσεις
Abzahlungskauf αγορά με πίστωση
Abzahlungsverkauf πώληση επί πιστώσει
Abzahlungsverkauf πώληση με δόσεις
Ad-hoc-Bewertungsausschuss ad-hoc επιτροπή αξιολόγησης
Adapter προσαρμοστικό
aggressive Geschäftspraxis επιθετική εμπορική πρακτική
Agrarabkommen Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις Συναλλαγές Γεωργικών Προϊόντων
Agreement on Amendment of and Accession to the Central European Free Trade Agreement Συμφωνία για την τροποποίηση της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών της Κεντρικής Ευρώπης και την προσχώρηση σε αυτήν