DictionaryForumContacts

   Swedish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W X Y Z   >>
Terms for subject General (15285 entries)
accessoar αξεσουάρ
äcklig αηδιαστικός
ackordslön αμοιβή κατ'αποκοπή
ackrediterande stat διαπιστεύον κράτος
ackrediteringssystem μηχανισμός διαπίστευσης
ackumulerande nederbördsmätare αθροιστικόν βροχόμετρον
acne ακμή
adapter σύνδεσμος προσαρμογής,προσαρμογέας
adel αρχοντιά
adjö αντίο
administrationefterfrågande koordination συντονίζουσα υπηρεσία
administrativ διοικητικός
administrativ apparat διοικητικός μηχανισμός
administrativ börda διοικητική επιβάρυνση
administrativ enhet Μονάδα Διοίκησης
administrativ enhet διοικητική μονάδα Μονάδα Διοίκησης
administrativ gränslinje διοικητική συνοριακή γραμμή
administrativ handling σημαντική δοικητική πράξη
administrativ klausul διοικητική διάταξη
administrativ korrespondens διοικητική αλληλογραφία