DictionaryForumContacts

   Portuguese Greek
A B C D E F G H I JL M N O P Q R S T U V W X Y Z Ç Á É Í Ó Ú Â Ê Ô Ã Õ À   >>
Terms for subject Energy industry (1539 entries)
água quente καυτό νερό
água quente sanitária ζεστó νερó οικιακής χρήσεως
água quente sanitária ζεστó νερó υγιεινής
alcatrão de gás πίσσα από εργοστάσιο φωταερίου
Aliança Europeia de Investigação Energética Ευρωπαϊκός Συνασπισμός ενεργειακής έρευνας
alimentação pela rede de energia elétrica  τροφοδοσία από το κύριο δίκτυο
alto-forno υψικάμινος
América Latina - Utilização Ótima dos Recursos Energéticos Λατινική Αμερική - Βέλτιστη χρησιμοποίηση των ενεργειακών πόρων
amperagem ένταση ρεύματος
amperagem αμπεράζ
análise energética do parque imobiliário ενεργειακή ανάλυση του κτιριακού δυναμικού
Análise Estratégica da Política Energética στρατηγική ενεργειακή επισκόπηση
Análise Estratégica da Política Energética στρατηγική επισκόπηση της ενεργειακής πολιτικής
análise não destrutiva μη καταστρεπτική ανάλυση
Anel Mediterrânico da Energia Μεσογειακός Ενεργειακός Δακτύλιος
ânodo ηλεκτρόδιο ανόδου
ânodo θετικό ηλεκτρόδιο
aparelhagem de baixa tensão συσκευή διακοπής και ελέγχου χαμηλής τάσης
aparelho de aquecimento θερμάστρα
aproveitamento a fio de água σταθμοί φυσικής ροής