DictionaryForumContacts

   Portuguese Greek
A B C D E F G H I JL M N O P Q R S T U V W X Y Z Á Ó À   >>
Terms for subject Marketing (2289 entries)
"passivo constante" πάγιο παθητικό
"passivo constante" σταθερό παθητικό
...decidiram criar uma Comunidade Económica Europeia ...απεφάσισαν την δημιουργία μιας Eυρωπα2bκής Oικονομικής Kοινότητος
a comercialização da produção interna η εμπορία της εγχωρίου παραγωγής
a comercialização dos diversos produtos η εμπορία των διαφόρων προ2bόντων
a Comissão consultará os Estados-Membros em causa η Eπιτροπή διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα Kράτη μέλη
a competitividade das empresas ανταγωνιστική ικανότητα των επιχειρήσεων
a competitividade das empresas η ανταγωνιστική ικανότης των επιχειρήσεων
a conclusão de acordos ou contratos a longo prazo η σύναψη μακροπροθέσμων συμφωνιών ή συμβάσεων
a lista F fixa os direitos ο πίνακας ΣT ορίζει τους δασμούς
a moeda do Estado-Membro em que reside o credor ou o beneficiário το νόμισμα του Kράτους μέλους όπου έχει την κατοικία του ο πιστωτής ή ο δικαιούχος
a responsabilidade dos ordenadores e contabilistas η ευθύνη των διατακτών και των υπολόγων
a subdivisão das despesas em grandes rubricas η ανάλυση των εξόδων σε μεγάλες υποδιαιρέσεις
a supressão das restrições ao comércio η κατάργηση των περιορισμών στις συναλλαγές
abatimento έκπτωση φόρου
abatimento φορολογική έκπτωση
abertura de livros άνοιγμα λογιστικών βιβλίων
abertura de um crédito άνοιγμα πίστωσης
abordagem ascendente προσέγγιση εκ των κάτω προς τα άνω
aceitante αποδέκτης