DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K M N O P Q R S T U V W Y Z   >>
Terms for subject Fish farming (pisciculture) (4797 entries)
abrasion αποτριβή
Acanthochephalosis Ακανθοκεφάλωση
accidental catch παρεμπίπτον αλίευμα
ACFM's advice γνώμη της ΣΕΔΑ
acquarol ακουαρόλ
acquired επίκτητο
acriflavin ακριφλαβίνη
acromycin ακρομυκίνη
active fishing fleet ενεργός αλιευτικός στόλος
actual mesh size πραγματικό μέγεθος ματιού
adalah τάρμποτ του Ινδικού
additional catch quota συμπληρωματική ποσόστωση αλίευσης
adducing muscle πόδι μυδιού
adjustment of capacities προσαρμογή των (αλιευτικών) ικανοτήτων
adonoma αδένωμα
Adriatic sturgeon μουρούνα
Adriatic sturgeon ξυρύχι Αδριατικής
Adriatic sturgeon οξύρυγχος Αδριατικής
Adriatic sturgeon στουριόνι
adult ενήλιξ