DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W Y Z   >>
Terms for subject Construction (5996 entries)
acquisition of office areas αγορά επιφανειών για γραφεία
Action aimed at young people Δραστηριότητα - "Κοινό μας: οι νέοι"
action area περιοχή επέμβασης
action area περιοχή επιδοτούμενης ανάπτυξης
Action plan πρόγραμμα ενεργειών
active arch ενεργό τόξο
active heat insulation θερμοδυναμική μόνωση
active storage capacity ωφέλιμος όγκος ταμιευτήρα
activity concentration index δείκτης συγκέντρωσης ραδιενέργειας
adaptable building προσαρμόσιμο κτίριο
additive to improve grading πρόσθετο βελτιωτικό της διαβάθμισης
adhesion agent βελτιωτικό πρόσφυσης
adhesive dowel ράβδος στερεούμενη με κόλληση
adit στοά επίσκεψης
adit στοά προσπέλασης
adit παράθυρα
adit οριζόντιον τεχνικόν έργον παροχετεύσεως υπογείου ύδατος εντός δραίνου
adjustable arm αρθρωτός βραχίονας
adjustable proportional module (APM) αναλογικός ημιαυτόματος ρυθμιστής σταθεράς παροχής
adjustable support ρυθμιζόμενο εφέδρανο