איטלקית |
פורטוגלית |
flip-flop | |
כלל. | φλιπ-φλοπ |
.טכנול | δισταθές κύκλωμα; δισταθές κυκλωμα' φλιπ-φλοπ |
.מכשיר | δισταθής πολυδονητής; δισταθερός; δισταθής |
D | |
.טכנול | προ-τυποποιητική έρευνα και ανάπτυξη |
| |||
δισταθές κύκλωμα; δισταθές κυκλωμα' φλιπ-φλοπ | |||
δισταθής πολυδονητής; δισταθερός; δισταθής | |||
εγκάρσια διάχυση; κίνηση flip-flop; διατέμνουσα διάχυση | |||
φλιπ-φλοπ | |||
אנגלית אוצר מילים | |||
| |||
flip-flop |
Flip-flop D: 7 צירופים, 2 נושאים |
טכנולוגית מידע | 2 |
מכשירי חשמל | 5 |