מילוניםהפורוםפרטי הקשר

   גרמנית
Google | Forvo | +
צירופים
Barzahlungen f
.כַּלְ, .חשבונ ταμιακές ροές; χρηματικές ροές
Barzahlung f =, -en
.כַּלְ αμοιβή σε χρήμα
πληρωμή σε μετρητά; διακανονισμός μετρητοίς
Barzahlungen: 3 צירופים, 3 נושאים
חוֹק1
כַּלְכָּלָה1
כספים1