variable | |
כלל. | ευμετάβολη; ευμετάβολο; ευμετάβολος |
.טכנול .מכשיר | μεταβλητή |
.מָתֵי | μεταβλητής; στοχαστική μεταβλητή; τυχαία μεταβλητή; τυχαίων μεταβλητών; μεταβλητών |
Compression | |
כלל. | Θλίψη |
compression | |
כלל. | συμπίεση |
.טכנול .הנדסת | συμπίεση δεδομένων |
.מדעי .הנדסת | συμπίεση; συμπίεση της ανάρτησης |
.מדעי .מכשיר | συνίζησις |
.מדעי .פֶּחָ | σύνθλιψη |
.סטָטִ .תקשור .מַדָע | συστολή |
.רְפוּ | πίεση |
.תקשור | συμπίεση αντίθεσης |
| |||
ευμετάβολη; ευμετάβολο; ευμετάβολος | |||
μεταβλητής f; στοχαστική μεταβλητή; τυχαία μεταβλητή; τυχαίων μεταβλητών | |||
| |||
μεταβλητή | |||
μεταβλητών | |||
μεταβλητή (A named storage location capable of containing data that can be modified during program execution) | |||
אנגלית אוצר מילים | |||
| |||
A quantity or condition whose value is subject to change and can usually be measured | |||
vrbl | |||
var. |
variable compression : 1 צירופים, 1 נושאים |
הנדסת מכונות | 1 |