|
|
כלל. |
τιμή; ημερήσιο σφάλμα ώρας; αναλογία |
.מכשיר |
ρεύμα αποφόρτισης |
.סטָטִ |
ποσοστό |
.רְפוּ |
ρυθμός; ταχύτητα |
.תעשיי |
μοναδιαία τιμή; τιμή μονάδας |
|
συναλλαγματική ισοτιμία; συντελεστής μετατροπής; τιμή μετατροπής; τιμή συναλλάγματος |
|
rate The amount of change in some quantity during a time interval divided by the length of the time interval נ | |
|
|
ρυθμός; αναλογία; ποσοστό; ταχύτητα |
|
|
כלל. |
αποτιμώ; δείκτης |
|
|
.הנדסת |
ονομαστική ισχύς |
.הנדסת, .מכשיר |
ονομαστικά μεγέθη |
.חוקי |
βαθμολόγηση; εκτίμηση |
.טכנול, .מכשיר |
διαβάθμιση; κατάταξη |
.מדעי, .מכשיר |
βαθμονόμηση; ονομαστική κατάταξη |
.מיקרו |
χαρακτηρισμός (An assessment of music or video content on a scale that corresponds to the user's opinion of the content); αξιολόγηση (An evaluation of the relationship between a business and an account or a business contact (for example, good, great, average). Part of the account financial information) |
.מכשיר |
απόδοση; οριακή συνθήκη |
.תַחְב |
προσόν; ικανότητα; ναύτης |
.תַחְב, .נַוָט |
κατώτερος ναυτικός |
.תעסוק, .תַחְב, .נַוָט |
κατώτερος ναυτικός' ναύτης |
|
αξιολόγηση κινδύνου ομολογίας; πιστoληπτική κατάταξη |
|
|
|
δημοτική φορολογία επί ακινήτων |
|
אנגלית אוצר מילים |
|
|
.נוֹטָ |
rt |
|
|
.טֶכנו |
remote automatic telemetering equipment |
.נוֹטָ |
Regional Advancements Of Training Efforts; Remote Aboriginal Teacher Education; refine, adapt, terminate, execute |
.נוֹטָ, .מכשיר |
rate-aided tracking equipment |
.נוֹטָ, .סקוטי |
Remote Automatic Telemetry Equipment |
.נוֹטָ, .תְעוּ |
rate aided tracking equipment |