beginner | |
כלל. | αρχάριος |
all purpose | |
.חַקלָ | γενικής χρήσεως |
instruction | |
כלל. | τμήμα ελέγχου |
כלל. .טכנול | οδηγία |
.טכנול .טֶכנו | εντολή |
.רְפוּ | οδηγίαι του ιατρού προς το νοσηλευτικόν προσωπικόν |
code | |
כלל. | κρυπτογράφημα; κρυπτογραφώ |
.טכנול .טֶכנו | προγραμματίζω; κωδικοποιημένη παράσταση |
.טכנול .עיבוד | κώδικας |
.רְפוּ | κώδικας; κωδικεύω κωδίκευσα; κωδικοποιώ |
.תקשור | κωδικός δρομολόγησης; χαρακτηριστικός αριθμός |
| |||
αρχάριος m |
beginner's all-purpose : 1 צירופים, 1 נושאים |
טכנולוגית מידע | 1 |