מילוניםהפורוםפרטי הקשר

   אנגלית
Google | Forvo | +
whistleblower נ
.איגוד καταγγέλλων δυσλειτουργίες; καταγγέλτης; μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος; υπάλληλος που καταγγέλλει δυσλειτουργίες; όποιος έχει καταγγείλει δυσλειτουργίες