tracking | |
comm. | παρακολούθηση συχνότητας |
comm. transp. | χάραξη ίχνους τροχιάς; χάραξη ανοιχτής τροχιάς; χάραξη πορείας |
informat. | ιχνηλάτηση; διαγραφή τροχιάς |
science d. constr. | αυλάκι; αυλάκωση |
offset | |
comm. | όφσετ |
tracking offset: 1 phrases, 1 sujets |
Communications | 1 |