intermittent | |
médic. | διαλείπων; διακοπτόμενος |
frequency | |
comm. | περιοδικότητα |
micr. | συχνότητα |
médic. | συχνότητα; συνεχής επανάληψη |
sciences. | επικρατούσα αφθονία |
sciences. sciences. agric. | Παρουσία εμφάνιση |
| |||
διαλείπων; διακοπτόμενος |
intermittent: 102 phrases, 22 sujets |