electronic data processing | |
informat. | επεξεργασία δεδομένων με ΗΥ; μηχανογραφική επεξεργασία στοιχείων; Ηλεκτρονική επεξεργασία δεδομένων |
center | |
constr. | ικρίωμα |
flux. | τομεακό κέντρο |
génie m. | κεντράρω; οπή κεντραρίσματος |
micr. | κεντράρισμα |
transp. génie m. | κέντρο; οπή κέντρου; σημείο κέντρου |
centering | |
sciences. | κεντράρισμα; κεντροθέτηση |
| |||
επεξεργασία δεδομένων με ΗΥ; μηχανογραφική επεξεργασία στοιχείων; Ηλεκτρονική επεξεργασία δεδομένων; ηλεκτρονική επεξεργασία δεδομένων |
electronic data-processing : 6 phrases, 3 sujets |
Activisme en faveur des droits de l'homme | 1 |
Flux de travail | 1 |
Informatique | 4 |