| |||
αρδευτική αποδοτικότητα | |||
ωφέλιμο έργο | |||
απόδοση f | |||
απόδοση εργασίας; απόδοση έργου | |||
επάρκεια λειτουργίας | |||
αποδοτικότητα f | |||
συντελεστής απόδοσης | |||
αποτελεσματικότητα f | |||
απόδοση φορτίου; βαθμός απόδοσης | |||
| |||
επάρκεια | |||
Anglais glossaire | |||
| |||
effy (Vosoni) | |||
effic. | |||
effcy; eff | |||
e. | |||
eff.; effy | |||
ή |
efficiency : 448 phrases, 36 sujets |