basic control | |
micr. | βασικό στοιχείο ελέγχου |
code | |
génér. | κρυπτογράφημα; κρυπτογραφώ |
comm. | κωδικός δρομολόγησης; χαρακτηριστικός αριθμός |
informat. information;trait. | κώδικας |
informat. techn. | προγραμματίζω; κωδικοποιημένη παράσταση |
médic. | κώδικας; κωδικεύω κωδίκευσα; κωδικοποιώ |
| |||
βασικό στοιχείο ελέγχου (A control that is rendered as a label-value pair) |
basic control : 7 phrases, 4 sujets |
Électronique | 1 |
Informatique | 4 |
Sciences de la vie | 1 |
Transport | 1 |