| |||
πρόσθετη ουσία; προσθετικό | |||
| |||
πρόσθετα | |||
προσμείξεις | |||
| |||
πρόσθετη ουσία; πρόσθετα; πρόσθετες ύλες | |||
πρόσθετο | |||
πρόσμειγμα | |||
Βοηθητική ουσία | |||
προσθετικός | |||
πρόσθετη χημική ουσία | |||
πρόσθετο καπνού | |||
πρόσθετο υλικό; πρόσμιξη | |||
| |||
πρόσθετο | |||
Anglais glossaire | |||
| |||
add. |
additive: 139 phrases, 26 sujets |