station | |
comm. | χειροσυσκευή; μικροτηλέφωνο; τηλέφωνο; τηλεφωνικό όργανο; τηλεφωνική συσκευή |
envir. | σταθμός |
Computer | |
micr. | Υπολογιστής |
computer | |
informat. | υπολογιστής; ηλεχτρονικός υπολογιστής |
informat. techn. | υπολογιστής αποθηκευμένου προγράμματος |
informat. transp. aviat. | ζεύκτης |
Station Computer : 1 phrases, 1 sujets |
Général | 1 |