printer | |
comm. | συσκευή αποτύπωσης |
comm. droit. | πιεστής; τυπογράφος; αρχιτυπογράφος; προϊστάμενος τυπογραφείου |
micr. | εκτυπωτής |
code | |
génér. | κρυπτογράφημα; κρυπτογραφώ |
comm. | κωδικός δρομολόγησης; χαρακτηριστικός αριθμός |
informat. information;trait. | κώδικας |
informat. techn. | προγραμματίζω; κωδικοποιημένη παράσταση |
médic. | κώδικας; κωδικεύω κωδίκευσα; κωδικοποιώ |
| |||
συσκευή αποτύπωσης | |||
πιεστής m; τυπογράφος m; αρχιτυπογράφος m; προϊστάμενος τυπογραφείου | |||
εκτυπωτής m (A device that puts text or images on paper or other print media) | |||
εκτυπωτής m | |||
Anglais glossaire | |||
| |||
prnt | |||
prt; ptr | |||
prtr | |||
| |||
prn (Vosoni) | |||
.prs (file name extension, WordPerfect) |
Printer code : 3 phrases, 1 sujets |
Informatique | 3 |