multiple | |
génér. | πολλαπλή |
comm. | πολλαπλό |
comm. électr. | πολλαπλασιαστικό πεδίο; πολλαπλούν πεδίο |
médic. | πολλαπλός; πολλαπλάσιος |
interface | |
agric. | τμήμα φλοιού μεταξύ δύο εντομών |
comm. informat. | διεπαφή |
comm. informat. électr. | διεπικοινωνία; όριο διασυνδέσεως |
micr. | περιβάλλον εργασίας; διασύνδεση |
métall. | διεπιφάνεια; επιφάνεια επαφής |
métall. électr. | επιφάνεια συγκολλήσεως |
sciences. | διαχωριστική επιφάνεια |
| |||
πολλαπλή | |||
πολλαπλός; πολλαπλάσιος | |||
| |||
πολλαπλό | |||
πολλαπλό συνδρομητή; πολλαπλός μεταλλάκτης; πολλαπλό κύκλωμα | |||
| |||
πολλαπλασιαστικό πεδίο; πολλαπλούν πεδίο |
Multiple Interface : 11 phrases, 4 sujets |
Communications | 3 |
Électronique | 6 |
Informatique | 1 |
Microsoft | 1 |