DictionnaireLe forumContacts

   Allemand
Google | Forvo | +
Verspannung f
agric., génie m. σύνολον εξαρτημάτων διά την μετατόπισιν διά συρματοσχοίνου
constr. στερέωση με προδρόμους; στερέωση με γκάγιες
science d. ενίσχυση; ενισχυτικό στήριγμα; υποστήριγμα; υποστήριξη
sciences. στερέωση στόχων; στήριξη στόχων