DictionnaireLe forumContacts

   Allemand
Google | Forvo | +
phrases
Personengesellschaft f
comm., industr., constr. κοινοπραξία; σύμπραξη
entr., organ. πρωσωπική εταιρία
écon. κοινωνία των πολιτών; προσωπική εταιρεία; αστική εταιρεία
Personengesellschaften f
génér. προσωπικές εταιρείες που δεν είναι οιονεί εταιρείες
compt. προσωπικές εταιρείες
Personengesellschaft: 8 phrases, 4 sujets
Assurance1
Économie2
Entreprise3
Général2