E | |
médic. | οξειδοαναγωγικό δυναμικό; δυναμικό οξειδοαναγωγής; γλουταμινικό οξύ |
Bereich | |
micr. | περιοχή; πλάκα; εμβέλεια |
médic. | περιοχή; τόπος; χώρα; δομική περιοχή |
Allemand glossaire | |||
| |||
Gesellschaft Rheinischer Ornithologen |
Gro?e: 1 phrases, 1 sujets |
Droit du travail | 1 |