multiple | |
gen. | πολλαπλή |
comun. | πολλαπλό |
comun. electr. | πολλαπλασιαστικό πεδίο; πολλαπλούν πεδίο |
electr. | πολλαπλό συνδρομητή; πολλαπλός μεταλλάκτης; πολλαπλό κύκλωμα |
on line | |
IT invest. | επί γραμμής ; επιγραμμικός; "άμεσης επικοινωνίας" |
on-line | |
gen. | απ'ευθείας; άμεσης επικοινωνίας |
electr. | απ'ευθείας συνδέσεως; συνδεδεμένος απ'ευθείας |
IT | επιγραμμικός; σε απευθείας σύνδεση |
IT invest. | επί γραμμής ; επιγραμμικός; "άμεσης επικοινωνίας" |
debug | |
micr. | εντοπίζω σφάλματα |
debugging | |
IT | αντιμετώπιση των σφαλμάτων |
IT proc. | διόρθωση λαθών |
System | |
micr. | Σύστημα |
system | |
gen. | πλήρες ηλεκτρικό σύστημα ελέγχου; πλήρες υδραυλικό σύστημα ελέγχου |
cienc. ingen. | θερμοδυναμικό σύστημα |
electr. | ηλεκτρικό δίκτυο |
industr. | δίκτυο; σύμπλεγμα |
IT | δημιουργία συστήματος |
med. | σύστημα |
| |||
πολλαπλή | |||
πολλαπλός; πολλαπλάσιος | |||
| |||
πολλαπλό | |||
πολλαπλό συνδρομητή; πολλαπλός μεταλλάκτης; πολλαπλό κύκλωμα | |||
| |||
πολλαπλασιαστικό πεδίο; πολλαπλούν πεδίο |
multiple on-line : 1 a las frases, 1 temas |
Tecnología de la información | 1 |