Console control | |
gen. | Ελέγχος αναλογίου χειρισμού |
circuit | |
comun. | κύκλωμα' τηλεπικοινωνιακό κύκλωμα |
electr. | τριφασική γραμμή μεταφοράς |
IT | τηλεπικοινωνιακή οδός; τηλεπικοινωνιακό κύκλωμα; τηλεπικοινωνιακός φορέας |
| |||
κονσόλα f | |||
| |||
Ελέγχος αναλογίου χειρισμού |
console control : 8 a las frases, 4 temas |
Electrónica | 1 |
Ingeniería mecánica | 1 |
Tecnología de la información | 3 |
Transporte | 3 |