variable | |
gen. | ευμετάβολη; ευμετάβολο; ευμετάβολος |
IT electr. | μεταβλητή |
mat. | μεταβλητής; στοχαστική μεταβλητή; τυχαία μεταβλητή; τυχαίων μεταβλητών; μεταβλητών |
array | |
gen. | παράταξη |
electr. | διάταξη κεραιών; κατευθυντική κεραιοστοιχία; κεραιοστοιχία; στοιχειοκεραία |
fluj. IT | διάταξη; ταξινομητική διάταξη |
IT | μήτρα |
mat. | συστοιχία; διατεταγμένης σειράς |
| |||
ευμετάβολη; ευμετάβολο; ευμετάβολος | |||
μεταβλητής f; στοχαστική μεταβλητή; τυχαία μεταβλητή; τυχαίων μεταβλητών | |||
| |||
μεταβλητή | |||
μεταβλητών | |||
μεταβλητή (A named storage location capable of containing data that can be modified during program execution) | |||
Inglés tesauro | |||
| |||
vrbl | |||
var. | |||
A quantity or condition whose value is subject to change and can usually be measured |
Variable Array : 3 a las frases, 1 temas |
Tecnología de la información | 3 |