| |||
όχημα κινούμενο επάνω σε μαξιλάρι αέρα | |||
σκάφος κινούμενο σε στρώμα αέρος; αερολισθαίνον όχημα | |||
χόβερκράφτ | |||
αεροπροσκεφαλικό πλοίο; χόβερκραφτ; αερόστρωμνο όχημα; επιβατηγό αερόστρωμνο όχημα | |||
| |||
σκάφος επίδρασης επιφανείας; όχημα στρώματος αέρα | |||
| |||
χόβερκραφτ | |||
Inglés tesauro | |||
| |||
hv | |||
hov | |||
hovercraft |
hovercraft: 18 a las frases, 2 temas |
Seguros | 1 |
Transporte | 17 |