DiccionariosForoContactos

   Finlandés
Google | Forvo | +
a las frases
sairausvakuutus form.
gen. ασφάλιση ασθενείας
econ. ιατροφαρμακευτική περίθαλψη
jur., segur. επιδόματα που χορηγούνται από ασφαλιστικό φορέα για την αναπλήρωση της απώλειας εισόδηματος από ανικανότητα για εργασία
sist. ασφάλιση ασθένειας
sairausvakuutus: 1 a las frases, 1 temas
Seguros1