convenio | |
gen. | Σύμβαση |
environ. | σύμβαση; συνέδριο; κανόνας κοινού δικαίου; σύμβαση/συνέδριο |
law | διευθέτηση; διακανονισμός |
sobre | |
comp., MS | πληροφορίες; φάκελος |
Ello | |
med. | αυτό |
transmisión | |
mech.eng. | γωνιωτός μοχλός ελέγχου |
dé | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
documentos judiciales | |
law immigr. | δικαστικό αρχείο |
en | |
IT dat.proc. | εν |
asunto civil | |
law | αστικές διαφορές |
mercado | |
econ. | αγορά |
| |||
Σύμβαση | |||
σύμβαση; συνέδριο; κανόνας κοινού δικαίου; σύμβαση/συνέδριο | |||
διευθέτηση; διακανονισμός | |||
συμφωνία; σύμφωνο |
convenio sobre la transmision de documentos judiciales y extrajudiciales en asuntos civiles e: 1 phrase in 1 subject |
Law | 1 |