Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Portuguese
⇄
Danish
Dutch
English
Finnish
French
German
Greek
Irish
Italian
Russian
Spanish
Swedish
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
to phrases
abafamento
n
gen.
ασφυξία
agric.
διακοπή της ζύμωσης
;
αδρανοποίηση του μούστου; διακοπή της ζύμωσης
με την προσθήκη οινοπνεύματος
food.ind.
αναστολή ζύμωσης
;
προσθήκη ουσιών για τη διακοπή της ζύμωσης
abafamento
:
1 phrase
in 1 subject
General
1
Add
|
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips