DictionaryForumContacts

   Latvian
Google | Forvo | +
adoptētais bērns
gen. θετό τέκνο; υιοθετημένο παιδί; υιοθετημένο τέκνο; υιοθετούμενο τέκνο; υιοθετούμενος m
adoptēts bērns
econ. υιοθετημένο τέκνο