Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
airgead ar láimh
gen.
ταμείο
m
account.
κατάσταση ταμείου
;
ταμειακή κατάσταση
fin.
μετρητά
f
;
μετρητά σε επιταγές και στο ταμείο
;
πόροι σε μετρητά
;
χρήμα
;
χρηματικοί πόροι
market.
διαθέσιμα μετρητά
Add
|
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips