Convention de La Haye | |
law econ. fin. | Σύμβαση της Χάγης για το εφαρμοστέο δίκαιο σε ορισμένα δικαιώματα επί τίτλων που κατέχονται από διαμεσολαβητές |
MARS | |
comp., MS | πολλαπλά ενεργό σύνολο αποτελεσμάτων |
sûr | |
gen. | ασφαλής |
l | |
tech. | μήκος; λίτρο; τετραγωνική ροπή μιάς επιφάνειας; 1000 cm3; l |
obtention des preuves | |
law | αποδεικτική διαδικασία |
étranger | |
priv.int.law. econ. | αλλοδαπός |
en | |
med. | προς |
matière civile | |
law | αστική υπόθεση |
| |||
Σύμβαση της Χάγης για το εφαρμοστέο δίκαιο σε ορισμένα δικαιώματα επί τίτλων που κατέχονται από διαμεσολαβητές |
convention de La Haye du 18 mars 1970 sur l'obtention des preuves a l'etranger en matiere civile ou: 1 phrase in 1 subject |
Procedural law | 1 |